ὤνησα

ὤνησα
ὠνήμην, ὤνησα: see ὀνίνημι.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ὤνησα — ὀνίνημι D Mort. aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ονίνημι — (ΑΜ ὀνίνημι, Α μέσ. τ. και ὀνοῡμαι, έομαι) ωφελώ, βοηθώ, ευεργετώ κάποιον αρχ. 1. προκαλώ χαρά και ευχαρίστηση σε κάποιον 2. (η ευκτ. αορ. για διαμαρτυρία ή για ευχή) (ιδίως το β πρόσ.) ὄναιο να χαίρεσαι, να χαρείς 3. (η μτχ. εν. αρσ. μέσ. αορ. β …   Dictionary of Greek

  • ὤνησ' — ὤνησο , ὀνέομαι D Mort. plup ind mp 2nd sg ὤνησο , ὀνέομαι D Mort. perf imperat mp 2nd sg ὤνησαι , ὀνέομαι D Mort. perf ind mp 2nd sg ὤνησο , ὀνέομαι D Mort. plup ind mp 2nd sg (homeric ionic) ὤνησα , ὀνίνημι D Mort. aor ind act 1st sg ὤνησο ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”